Πώς ορίζεται σωστά ο προϋπολογισμός μάρκετινγκ
Από
Panagiotis Garoufalidis

Ο προϋπολογισμός μάρκετινγκ δεν είναι απλώς μια γραμμή εξόδων σε ένα spreadsheet. Στην ουσία αποτελεί την πιο ξεκάθαρη αντανάκλαση του τι θέλει να πετύχει μια επιχείρηση, πόσο σοβαρά το εννοεί και πόσο οργανωμένα σκοπεύει να κινηθεί. Δεν αφορά μόνο το «πόσα χρήματα θα δαπανηθούν», αλλά το πού, πώς, γιατί και με ποιον συγκεκριμένο στόχο.

Κι όμως, στην πράξη πολλές επιχειρήσεις ορίζουν το marketing budget τους με πρόχειρο τρόπο. Είτε εμπειρικά, είτε αντιγράφοντας το περσινό νούμερο, είτε με τη λογική του «τι αντέχουμε φέτος». Το αποτέλεσμα για αυτές είναι να οδηγούνται σε ασυντόνιστες κινήσεις, κατανομή πόρων χωρίς αντίκρισμα και -στο τέλος της χρονιάς- εκείνο το γνώριμο βάρος στο στομάχι του επιχειρηματία: «έδωσα λεφτά, αλλά δεν ξέρω αν έπιασαν τόπο».

Η σωστή αφετηρία, όμως, δεν πρέπει να είναι το ποσό. Αλλά η στρατηγική.

Ποιοι είναι οι πραγματικοί στόχοι της επιχείρησης στο μάρκετινγκ

Όλα ξεκινούν από τους πραγματικούς στόχους της επιχείρησης. Ο προϋπολογισμός υπάρχει αποκλειστικά για να τους υπηρετήσει. Αν οι στόχοι είναι ασαφείς, τότε και το budget απλώς «καίγεται» σε ενέργειες χωρίς ξεκάθαρη κατεύθυνση.

Προσοχή όμως. Όταν μιλάμε για στόχους στο μάρκετινγκ, φράσεις όπως «θέλουμε περισσότερες πωλήσεις» ή «θέλουμε να γίνουμε πιο γνωστοί» δεν αρκούν. Οι στόχοι πρέπει να είναι συγκεκριμένοι, μετρήσιμοι και χρονικά προσδιορισμένοι.

Για παράδειγμα, άλλο πράγμα είναι να λέει μια επιχείρηση «θέλουμε ανάπτυξη» και άλλο να ορίζει ότι «θέλουμε 20% αύξηση σε B2B leads μέσω LinkedIn μέσα στο επόμενο εξάμηνο». Αντίστοιχα, άλλο είναι το «θέλουμε περισσότερες πωλήσεις» και άλλο το «θέλουμε 15% άνοδο στις online πωλήσεις σε υπάρχον πελατολόγιο μέσα στο επόμενο τρίμηνο».

Τι σημαίνει το «κόστος απόκτησης πελάτη» και γιατί επηρεάζει το budget

Εδώ ακριβώς αρχίζει να «χτίζεται» ο προϋπολογισμός με πραγματικούς όρους. Γιατί άλλο κόστος απαιτεί η αύξηση πωλήσεων σε υφιστάμενους πελάτες και άλλο η είσοδος σε νέα αγορά.

Σε αυτό το σημείο μπαίνει και ένας κρίσιμος δείκτης που στον χώρο του μάρκετινγκ ονομάζεται «CAC», δηλαδή το κόστος απόκτησης ενός νέου πελάτη. Με πιο απλά λόγια, είναι το ποσό που χρειάζεται να ξοδέψει μια επιχείρηση για να φέρει έναν καινούργιο άνθρωπο στην πόρτα της.

Και εδώ ισχύει ένας βασικός κανόνας: η απόκτηση νέου πελάτη κοστίζει σχεδόν πάντα περισσότερο από τη διατήρηση ενός υφιστάμενου (αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι πρέπει να εστιάζουμε μόνο στους υφιστάμενους πελάτες). Μια τέτοια απόφαση αρκεί για να αλλάξει τη φιλοσοφία ολόκληρου του budget.

Πώς μετατρέπονται οι στόχοι σε ετήσιο πλάνο μάρκετινγκ

Οι στόχοι, όμως, από μόνοι τους δεν αρκούν. Χρειάζονται δομή, χρονισμό και ιεράρχηση. Αυτή τη λειτουργία επιτελεί το ετήσιο πλάνο μάρκετινγκ. Είναι εκεί όπου οι γενικοί στόχοι «σπάνε» σε τρίμηνα και μήνες, όπου προβλέπονται λανσαρίσματα, καμπάνιες, εποχικότητες, περίοδοι έντασης και περίοδοι συντήρησης.

Ένα σωστά δομημένο πλάνο επιτρέπει καλύτερη κατανομή του budget μέσα στον χρόνο, περιορίζει τον «πανικό της τελευταίας στιγμής» και δίνει σαφή εικόνα του τι κοστίζει πραγματικά κάθε ενέργεια. Χωρίς ετήσιο πλάνο, ο προϋπολογισμός μετατρέπεται απλώς σε σκόρπιες δαπάνες.

Πώς επηρεάζουν τον προϋπολογισμό τα assets της επιχείρησης

Στη συνέχεια, έρχεται η ειλικρινής αποτίμηση των πραγματικών assets της επιχείρησης. Κάθε εταιρεία ξεκινά από διαφορετικό επίπεδο. Κάποιες διαθέτουν σύγχρονες υποδομές, άλλες όχι.

Ο σωστός προϋπολογισμός προϋποθέτει καθαρή εικόνα. Για παράδειγμα, είναι η ιστοσελίδα γρήγορη, σύγχρονη, φιλική στο κινητό και σχεδιασμένη για να μετατρέπει επισκέπτες σε πελάτες ή χρειάζεται επένδυση; Υπάρχει εσωτερικό ανθρώπινο δυναμικό που μπορεί να στηρίξει περιεχόμενο, social media και εξυπηρέτηση ή όλα θα ανατεθούν εξωτερικά; Υπάρχει διαθέσιμο φωτογραφικό και βίντεο υλικό ή πρέπει να παραχθούν από την αρχή;

Όσο περισσότερα assets διαθέτει μια επιχείρηση, τόσο μειώνεται το εξωτερικό κόστος. Όταν όμως αυτά είναι ελλιπή ή ξεπερασμένα, ο προϋπολογισμός οφείλει να καλύψει και αυτή την υστέρηση.

Τι είδους ενέργειες μάρκετινγκ απαιτεί η στρατηγική

Ακολουθεί το κρίσιμο ερώτημα του τι είδους ενέργειες προβλέπονται στο ετήσιο πλάνο. Εκεί ξεκαθαρίζει ο “χαρακτήρας” της στρατηγικής. Θα δοθεί έμφαση στο περιεχόμενο, στη διαφήμιση, στο χτίσιμο του brand ή σε καθαρά αποτελεσματικές ενέργειες άμεσης απόδοσης; Το content απαιτεί συνεχή παραγωγή, δημιουργικές ομάδες, φωτογραφίσεις, βίντεο, γραφιστική υποστήριξη.

Η διαφήμιση απαιτεί σωστή στόχευση, δοκιμές, διαρκή βελτιστοποίηση και σταθερό media budget. Το σημαντικό εδώ είναι να γίνει κατανοητό ότι το μάρκετινγκ δεν είναι μια «καμπάνια του μήνα», αλλά ένας μαραθώνιος. Ο προϋπολογισμός πρέπει να αντέχει στον χρόνο, όχι μόνο σε μία εντυπωσιακή έξαρση.

Πώς επιλέγονται τα κατάλληλα κανάλια προβολής

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η επιλογή των καναλιών προβολής. Ένα από τα πιο συχνά και κοστοβόρα λάθη είναι η λογική του «να είμαστε παντού». Στην πράξη, αυτό διασπά το budget χωρίς ουσιαστική απόδοση.

Η επιλογή καναλιών πρέπει να βασίζεται στο πού βρίσκεται το κοινό-στόχος, σε ποιο στάδιο ωρίμανσης βρίσκεται και στο αν η επιχείρηση απευθύνεται σε καταναλωτές ή σε άλλες επιχειρήσεις. Άλλα κανάλια δουλεύουν καλύτερα για άμεσες πωλήσεις, άλλα για brand awareness και άλλα για σχέσεις και επαναλαμβανόμενες αγορές.

Για παράδειγμα, ένα B2B γραφείο συμβούλων που αναζητά στελέχη και decision makers είναι πιθανό να επενδύσει περισσότερα στο LinkedIn και στο περιεχόμενο γνώσης, παρά στο Instagram. Αντίθετα, ένα e-shop μόδας μπορεί να στηρίξει μεγάλο μέρος του budget σε Instagram και TikTok, όπου το κοινό είναι έτοιμο να εμπνευστεί και να αγοράσει.

Διαφημιστικό budget και μέτρηση απόδοσης

Ένα από τα πιο αγχωτικά σημεία για τον επιχειρηματία είναι το διαφημιστικό budget και η μέτρηση της επιτυχίας. Εδώ γεννιέται συχνά και ο φόβος: «φοβάμαι να επενδύσω χωρίς εγγύηση». Και πράγματι, καμία επένδυση στο μάρκετινγκ δεν συνοδεύεται από απόλυτη βεβαιότητα. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι τυφλή.

Ο προϋπολογισμός δεν πρέπει ποτέ να ορίζεται χωρίς ξεκάθαρα KPIs, δηλαδή δείκτες απόδοσης. Σε απλά λόγια, αυτά είναι τα νούμερα που μας δείχνουν αν αυτό που κάνουμε δουλεύει ή όχι. Πόσα leads χρειαζόμαστε; Πόσο επιτρέπεται να κοστίζει το κάθε lead; Ποια απόδοση διαφήμισης είναι βιώσιμη; Τι ποσοστό των επισκεπτών μπορεί ρεαλιστικά να μετατραπεί σε πελάτες;

Φανταστείτε ένα απλό σενάριο. Μια επιχείρηση επενδύει 5.000 ευρώ τον μήνα σε διαφήμιση, βλέπει αυξημένη επισκεψιμότητα στο website, αλλά δεν έχει σαφή εικόνα αν αυτές οι επισκέψεις μετατρέπονται σε πωλήσεις. Οι αριθμοί δείχνουν κίνηση, αλλά όχι αποτέλεσμα. Εκεί γεννιέται η ανασφάλεια: «δουλεύει ή απλώς καίω χρήματα;». Χωρίς μέτρηση, ο προϋπολογισμός δεν είναι επένδυση. Είναι ελπίδα.

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και ο όρος ROAS, που ουσιαστικά δείχνει πόσα ευρώ επιστρέφουν στα ταμεία για κάθε ευρώ που δαπανάται στη διαφήμιση. Είναι η πιο απλή απάντηση στο ερώτημα «μου φέρνει πίσω χρήματα αυτό που κάνω;». Όταν δεν υπάρχουν τέτοιοι δείκτες, υπάρχει μόνο εντύπωση, όχι εικόνα.

Τι ποσοστό του τζίρου διαθέτουν οι εταιρείες στο μάρκετινγκ

Κάπου εδώ έρχεται και η κλασική ερώτηση που ακούγεται σε κάθε τραπέζι: «ωραία όλα αυτά, αλλά τι ποσοστό του τζίρου να διαθέσω τελικά;». Η ειλικρινής απάντηση είναι ότι δεν υπάρχει χρυσός κανόνας. Ωστόσο, διεθνώς παρατηρούνται κάποια ενδεικτικά όρια. Οι B2B εταιρείες κινούνται συνήθως στο 2% έως 5% του κύκλου εργασιών τους, ενώ οι B2C στο 5% έως 10%. Οι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε φάση έντονης ανάπτυξης, λανσαρίσματος ή εισόδου σε νέα αγορά συχνά επενδύουν προσωρινά και σημαντικά υψηλότερα ποσοστά.

Το σωστό ερώτημα δεν είναι «πόσα δίνουν οι άλλοι», αλλά «πόσα χρειάζομαι για να πετύχω τους δικούς μου στόχους».

Τι είναι αυτό που ξεχνούν πολλοί στον προϋπολογισμό μάρκετινγκ

Τέλος, υπάρχει και εκείνο που συχνά ξεχνιέται στον προϋπολογισμό: το απρόβλεπτο. Δοκιμές καμπανιών που αποτυγχάνουν, αλλαγές αλγορίθμων, νέα εργαλεία, συστήματα CRM, αυτοματισμοί, ανάγκη για συνεχή βελτιστοποίηση. Το μάρκετινγκ δεν είναι στατική διαδικασία. Είναι ζωντανός μηχανισμός που αλλάζει διαρκώς.

Ο καθορισμός προϋπολογισμού μάρκετινγκ δεν είναι τεχνική πράξη. Είναι καθαρά επιχειρηματική απόφαση ανάπτυξης. Όσο πιο ξεκάθαροι είναι οι στόχοι, όσο πιο ρεαλιστική η εικόνα των πόρων και όσο πιο στρατηγικά δομημένο το πλάνο, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα επιτυχίας. Το μάρκετινγκ δεν είναι κόστος. Είναι μοχλός ανάπτυξης. Και ο προϋπολογισμός του είναι ο τρόπος με τον οποίο μια επιχείρηση δηλώνει πόσο σοβαρά αντιμετωπίζει το μέλλον της.

Βασικό συμπέρασμα: αν δεν μπορείς να εξηγήσεις γιατί επενδύεις ένα ποσό σε μία ενέργεια, τότε δεν το επενδύεις. Απλώς το ξοδεύεις.

More news